Το falafel, ο πεντανόστιμος ανατολίτικος μεζές, τα τελευταία πέντε χρόνια έχει αναδειχτεί ως μια πολύ αγαπημένη γευστική συνήθεια των Αθηναίων. Τα ολοένα αυξανόμενα στέκια του είδους, καθώς και η σταθερή και αμείωτη πελατεία τους, μας αναγκάζουν να το ανακηρύξουμε βασιλιά της thnic διατροφής και να βρούμε ποιοί είναι οι λόγοι που γνωρίζει τόσο μεγάλη επιτυχία στο αθηναϊκό street food.
Το φαγητό στο πόδι, το γνωστό μας fast food, ή αλλιώς street food, όπως είναι η σύγχρονη ορολογία, ήταν πάντα, από την εποχή του ’60 ακόμα και των σουβλατζίδικων που ξεφύτρωναν σε κάθε γωνιά, ένα πολύ δημοφιλές είδος στην Ελλάδα. Τις επόμενες δεκαετίες το μενού εμπλουτίστηκε με την ιταλική pizza και το αμερικάνικο burger, για να φτάσει να απογειωθεί τα τελευταία χρόνια, ενισχυμένο με πινελιές ethnic κουζίνας από όλες τις γωνιές του κόσμου. Τα κινέζικα, τα γιαπωνέζικα, τα ινδικά και τα αραβικά restos των δυο προηγούμενων δεκαετιών δίνουν δυναμικά τη θέση τους σε μικρά, χαριτωμένα μαγαζάκια, με λίγα απλά τραπεζοκαθίσματα, χαμηλές τιμές και ταχεία εξυπηρέτηση. Και ο πρωτοπόρος και βασιλιάς του street food; Tο απολαυστικό falafel!
Όπως όλοι πλέον γνωρίζουμε, το falafel είναι ένα παραδοσιακό αραβικό φαγητό. Ουσιαστικά πρόκειται για ξεροτηγανισμένες κροκέτες με βάση τα ρεβύθια ή τη φάβα, αντίστοιχο των ελληνικών ρεβυθοκεφτέδων. Η προέλευσή του είναι αμφιλεγόμενη. Η θεωρία που έχει επικρατήσει λέει ότι έχει τις ρίζες του στην Αίγυπτο, όπου καταναλωνόταν από Κόπτες Χριστιανούς, ως αντικατάστατο του κρέατος σε περιόδους νηστείας. Καθώς η Αλεξάνδρεια είναι μια παρόχθια πόλη, πιθανότατα το falafel «ταξίδεψε» εύκολα προς τη Μέση Ανατολή, όπου η φάβα αντικαταστάθηκε από τα πιο προσιτά στην τοπική παραγωγή, ρεβύθια. Συνήθως σερβίρεται μέσα σε πίτα, μαζί με λαχανικά και σάλτσα που είναι καυτερή και έχει βάση το ταχίνι. Και όπως οτιδήποτε περνά στην ευρεία κατανάλωση, το falafel σαν λέξη έχει πάψει από καιρό να νοηματοδοτεί τον ρεβυθοκεφτέ, έχοντας επεκτείνει τη σημασία του σε οτιδήποτε περιέχεται μέσα σε μια αραβική πίτα μαζί με γαρνιτούρα. Γι’ αυτό και σε πολλές αθηναϊκές εκδοχές του θα το βρούμε ακόμα και με κρέας.
Τι είναι όμως αυτό που έκανε το falafel τόσο αγαπητό στο αθηναϊκό –και όπως όλα δείχνουν, στο ευρύτερο ελληνικό κοινό- και το καθιέρωσε ως μια κλασσική επιλογή στις street food προτιμήσεις μας; Πρώτα απ’ όλα, η αραβική κουζίνα, λόγω της γεωγραφικής εγγύτητας και της συνάφειας των προϊόντων που παράγει η γη, είναι μια πολύ οικεία κατάσταση για τους γευστικούς μας κάλυκες. Η ελληνική γαστρονομική παράδοση γνωρίζει το ίδιο καλά την αξιοποίηση των οποιονδήποτε υλικών- μαζί με τα ρεβύθια- στην παραγωγή κεφτέδων. Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς κάποιον Αθηναίο να μένει ασυγκίνητος από την μυρωδιά έξω από ένα φαλαφελάδικο!
Από την άλλη, η εύκολη πλέον πρόσβασή μας σε ταξίδια στο εξωτερικό μας έχει κάνει πολίτες του κόσμου. Και μπορεί οι γεωπολιτικές συνθήκες να μας κρατούν δυστυχώς μακριά από την Μέση Ανατολή και τις ομορφιές της, όμως η Ευρώπη είναι στα πόδια μας και μας εθίζει σιγά σιγά στις συνήθειές της. Έτσι ο ‘’Άραβας’’, το μικρό μαγαζάκι του μετανάστη που επισκεπτόμαστε σε όλες τις ευρωπαϊκές μας βόλτες, έγινε κοινός τόπος της πολιτισμικής μας ταυτότητας και όροι όπως το kebab, doner, falafel ή shawarma μπήκαν δυναμικά στο γευστικό μας λεξιλόγιο. Δεν είναι τυχαίο πως όσοι Έλληνες επιχειρηματίες αποφάσισαν να μας συστήσουν το falafel μέσα σε ένα πιο οικείο πλαίσιο- φαγάδικα Αράβων υπήρχαν πέριξ της Ομόνοιας εδώ και 2-3 δεκαετίες- ήξεραν πολύ καλά τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, είτε ως ταξιδιώτες είτε ως κάτοικοι. Κι από τη στιγμή που αποφάσισαν να κάνουν την αρχή, τα μαγαζιά του είδους άρχισαν αν φυτρώνουν στις διάφορες γωνιές της πόλης σαν τα μανιτάρια!
Αν στα δύο προηγούμενα προσθέσουμε την πολύ δελεαστική του τιμή και την ικανότητα του να σε χορταίνει εύκολα, μπορούμε να εξηγήσουμε γιατί το falafel έχει καταξιωθεί σαν ένα από τα top street foods της πόλης!
Τα μαγαζιά που μπορούμε να το απολαύσουμε μαζί με τα διάφορα συνοδευτικά του, όπως το hummus ή τον tabbouleh, είναι πολλά και πλέον εξαπλώνονται και έξω από την περιοχή του Κέντρου. Χωρίζονται σε δύο βασικές κατηγορίες: τα αυθεντικά αραβικά, πιο γραφικά και παραδοσιακά, που συνήθως μετράνε αρκετά χρόνια παρουσίας στην πόλη και ανήκουν σε Άραβες, και τα πιο μοντέρνα ‘’ελληνικά’’, με hipster αισθητική και σύγχρονη λογική μάρκετινγκ, τα οποία έχουν ανοίξει τα τελευταία χρόνια από Έλληνες ιδιοκτήτες. Στην πρώτη κατηγορία μπορούμε να συμπεριλάβουμε το κλασσικό πλέον Shish Kebab στη Λιοσίων στην πλατεία Βάθη, το γειτονικό του Falafel Abu Milad, το φρέσκο Sumsum, ένα μικρό μαγαζάκι γωνία Σόλωνος και Ασκληπιού, και το ‘’ημίανατολίτικο’’ Feyrouz, ιδιοκτησία Ρωμιών της Μ. Ασίας και την Κωνσταντινούπολης, στην οδό Καρόρη, στη γειτονιά της Αιόλου. Σε αυτά να προσθέσουμε τα δεκάδες μικρομάγαζα των μεταναστών στα πέριξ της Ομόνοιας, όπου μπορούμε να βρούμε τους ίδιους ποιοτικούς μεζέδες σε πολύ χαμηλές τιμές.
Στην Αιόλου βρίσκουμε και τον ‘’γενάρχη’’ της δεύτερης κατηγορίας, το λιλιπούτειο Falafellas και λίγο παραδίπλα, στην οδό Ρόμβης, το πιο καινούργιο Not Just Falafel. Λίγες γειτονιές παραπέρα, στην πλατεία Βαρνάβα, συναντάμε το ρετρό Baba Ghanoush. Αν πάλι είμαστε παιδιά των προαστίων, στα βόρεια μπορούμε να επισκεφτούμε το Falafeladiko στην Κηφισιά και το The Falafel Project του Χαλανδρίου και στα νότια το κλασσικό, πλέον Ta’miyya (η ονομασία του falafel στα αιγυπτιακά) στην Καλλιθέα.
Όποια κι αν είναι η επιλογή μας, το σίγουρο είναι πως το falafel βρίσκεται πλέον πολύ ψηλά στη λίστα των Αθηναίων όσον αφορά στο fast food, ενώ η φήμη του σταδιακά εξαπλώνεται και σε άλλες μεγάλες πόλεις. Άλλωστε, δεν είναι λίγα τα μαγαζιά στα διάφορα σοκάκια των τουριστικών ειδικά περιοχών που έχουν ήδη ανοίξει τις πόρτες τους για να προσφέρουν στους πάντα πρόθυμους για καλό φαγητό Έλληνες, το νέο αυτό, αλλά παλιό, έδεσμα. Δεν ξέρουμε, βέβαια, αν θα καταφέρει να ξεπεράσει το παραδοσιακό σουβλάκι στις προτιμήσεις μας, σίγουρα όμως αποτελεί σοβαρό ανταγωνισμό αλλά και μια σταθερά στη γευστική μας διασκέδαση, κάνοντας το ethnic κομμάτι της καθημερινότητάς μας.
Κατερίνα Μπουγδάνη
(Food Blogger)